Όλες οι θρησκείες μπορούν να δουν τον Θεό; Απάντηση στη θολολογία του Αγαπισμού. (1)



Καταλυτική για την δυνατότητα η όχι γνώσεως του Θεού υπό των εθνικών είναι η διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου στην προς Ρωμαίους Επιστολή (Ρώμ. 1, 18-32). Ομιλεί ο Απόστολος περί των ειδωλολατρών «των την αλήθειαν εν αδικία κατεχόντων». Εξηγώντας το εν λόγω χωρίο ο άγιος Νικόδημος λέγει ότι «η αλήθεια, ήτοι η περί Θεού γνώσις, ενεσπάρη μέσα εις τους ανθρώπους εξ αρχής. Αυτήν την αλήθειαν και γνώσιν οι έλληνες εκράτησαν με αδικίαν, ήτοι αδίκησαν αυτήν... με το να αφιέρωσαν την δόξαν του Θεού εις τα άψυχα είδωλα, θεοποιήσαντες αυτά8... Λέγει γαρ ο θείος Δαμασκηνός "πάσιν η γνώσις του είναι Θεόν, υπ' αυτού φυσικώς εγκατέσπαρται˙ και αυτή δε η κτίσις και η ταύτης συνοχή και κυβέρνησις, το μεγαλείον της θείας ανακηρύττει φύσεως"»9.

Υπάρχει λοιπόν σ' όλους τους ανθρώπους φυτευμένη αυτή η στοιχειώδης γνώση «του είναι Θεόν», δηλ. ότι υπάρχει Θεός. Κι αύτη τη στοιχειώδη γνώση τη διέστρεψαν οι ειδωλολάτρες. Γράφει ο Απόστολος ότι «εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία», και με τη λατρεία των ειδώλων, των ομοιωμάτων δηλ. ανθρώπων, ζώων, ερπετών «μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εν τω ψεύδει» και γι' αυτό περιέπεσαν σε ακάθαρτα και διεστραμμένα σαρκικά πάθη και σε κάθε άλλη κακία και ανομία (Ρωμ. 1,22-32).

Χρήσιμο θα ήταν να παρεμβάλουμε εδώ και μία από τις πολλές μαρτυρίες του Μ. Αθανασίου σχετικά με τη «γνώση» του Θεού, που είχαν οι ειδωλολάτρες: «... οι πάλαι των ανθρώπων παράφρονες, καταδύντες εις τας των σαρκικών επιθυμίας και φαντασίας, και επιλαθόμενοι της περί Θεού εννοίας και δόξης, αμυδρώ τω λογισμώ, μάλλον δε αλογία χρησάμενοι, τα φαινόμενα θεούς ανετυπώσαντο, την κτίσιν παρά τον κτίσαντα δοξάζοντες»10

Μετάφραση:

 «Οι παλαιοί άνθρωποι, ως παράφρονες, καταβυθισμένοι στις σαρκικές επιθυμίες και φαντασίες ελησμόνησαν την έννοια και τη γνώση του Θεού και χρησιμοποιώντας αμυδρά τη λογική τους, μάλλον την αλογία, τύπωσαν στο νού τους τα φαινόμενα ως θεούς, δοξάζοντες την κτίση αντί τον Κτίσαντα». Βλέπουμε εδώ ότι όχι μόνο γνώση του Θεού, αληθή θεογνωσία δεν μπορούσαν να αποκτήσουν οι ειδωλολάτρες, αλλά ούτε καν έννοια ορθή περί του Θεού μπορούσαν να σχηματίσουν. Είναι επίσης εντυπωσιακό ότι ο «αμυδρός λογισμός» τους προς γνώση του Θεού χαρακτηρίζεται λόγω του σκοτισμού του «αλογία».

Έτσι λοιπόν πρέπει να διακρίνουμε την αληθή γνώση του Θεού ως γνώση των ορθών της πίστεως δογμάτων και κοινωνία μετά του Θεού από τη στοιχειώδη και διεστραμμένη γνώση «του είναι Θεόν» που έχουν ακόμα και οι δαίμονες, οι οποίοι τρέμουν τον Θεό όντες μέσα στο σκότος.

Αρίστη σύνοψη των θέσεων αυτών αποτελεί η σχετική με το θέμα μας διδασκαλία του Αγίου Νικόδημου: «Κατά δύο δε τρόπους έχομεν την γνώσιν του Θεού, η φυσικώς έξωθεν δια της αισθητής κτίσεως, την οποίαν ταύτην γνώσιν έχουσι και οι δαίμονες και οι ασεβείς και ακάθαρτοι, ή πνευματικώς έσωθεν, τουτέστι δια της μυστικής ενεργείας και ελλάμψεως του Αγίου Πνεύματος, την οποίαν μόνοι οι πιστοί και οι καθαροί έχουσιν υπερφυσικήν ούσαν»11. Όσα ακολουθούν αφορούν την αληθή έστω και αμυδρή γνώση του Θεού —περί αυτού γίνεται ο λόγος— και όχι την πλανεμένη, ακάθαρτη η δαιμονική.


Απόσπασμα από 

Πρωτ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ
Ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ
 Κριτικς τοποθετήσεις στ βιβλίο
«Παγκοσμιότητα κα ρθοδοξία»
το ρχιεπ. λβανίας κ. ναστασίου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ἀπαραίτητη διασάφηση:
Φυσικὴ ἔξωθεν καὶ πνευματικὴ ἔσωθεν γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ολόκληρο το βιβλίο εδώ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις